- ραουβόλφια
- (rauvolfia). Δικοτυλήδονο φυτό της οικογένειας των αποκυνιδών. Αριθμεί περίπου 60 είδη, που ευδοκιμούν στις τροπικές περιοχές της Ασίας, της Αφρικής, της Αμερικής και της Ωκεανίας. Είναι δέντρο ή θάμνος, με φύλλα αντίθετα ή σε σπονδύλους, οπότε έχουν και άνισο μήκος. Μερικά είδη είναι διακοσμητικά και άλλα φαρμακευτικά. Από τα δεύτερα προέρχονται ουσίες που αναστέλλουν αποτελεσματικά την υψηλή πίεση του αίματος. Τα φυτά αυτά χρειάζονται περιβάλλον θερμό και υγρό, γι’ αυτό και ευδοκιμούν σε θερμοκήπια και σε προστατευμένους από πτώση της θερμοκρασίας υπαίθριους ή κλειστούς χώρους. Από τα πιο αξιόλογα είδη είναι ρ. η σερπεντίνα, αειθαλής θάμνος, ιθαγενής της Ινδίας, όπου και καλλιεργείται ως φαρμακευτικό φυτό με αντιπυρετικές και αντιδιαρροϊκές ιδιότητες. Χρησιμοποιείται επίσης και ως ιαματικό στις περιπτώσεις μόλυνσης από τσιμπήματα εντόμων.
* * *η, Νβοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών τής οικογένειας αποκυνίδες.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. rauwolfia, από το ον. τού Γερμανού βοτανολόγου >. Rauwolf].
Dictionary of Greek. 2013.